Δήμος Φαρσάλων

Δήμος Φαρσάλων

Δήμος Φαρσάλων

Δήμος Φαρσάλων

Τα Φάρσαλα στην Αρχαιότητα

ΣΥΝΤΟΜH ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΚΑΙ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ

αρχαία Φάρσαλος εκτεινόταν στις βόρειες κλιτύες και τις υπώρειες του υψώματος Προφήτης Ηλίας, που αποτελεί απόληξη προς τα ΒΔ του Ναρθακίου όρους, σε μια στρατηγικής σημασίας γεωγραφική θέση, από την οποία διέρχονταν οδικοί άξονες που συνέδεαν τη βόρεια με τη νότια Ελλάδα. Σήμερα στο μεγαλύτερο μέρος της καλύπτεται από τη σύγχρονη πόλη. Η εύφορη πεδιάδα που απλώνεται μπροστά της, διασχίζεται από τους ποταμούς Ενιπέα και Απιδανό, περικλείεται από τα όρη Φυλλήιο και Χαλκηδόνιο προς Β και Ναρθάκιο προς Ν και καταλήγει στη δυτική θεσσαλική πεδιάδα. Aποτελούσε δε στην αρχαιότητα, όπως και σήμερα, πηγή οικονομικής ευημερίας.

Η πρωιμότερη βεβαιωμένη ανασκαφικά κατοίκηση του χώρου ανάγεται στη Νεότερη Νεολιθική περίοδο και πιο συγκεκριμένα στην 4η χιλιετία π.Χ., γεγονός που καθιστά την περιοχή μια από τις αρχαιότερες κοιτίδες αδιάλειπτης κατοίκησης της Ευρώπης. Ο οικισμός της περιόδου εντοπίζεται επάνω στο βραχώδη λόφο της Αγίας Παρασκευής, επάνω από τις πηγές του Απιδανού ποταμού. Δυστυχώς, έως σήμερα, δεν έχουν βρεθεί αρχιτεκτονικά λείψανα της εποχής, παρά μονάχα ανασκαφικά στρώματα (συχνά διαταραγμένα λόγω της αλλεπάλληλης χρήσης του χώρου), με κεραμεικά ευρήματα.

Αρχαιότητα

Κέντρο της κατοίκησης στην Εποχή του Χαλκού (3η χιλιετία π.Χ. και 2η χιλιετία π.Χ.) παραμένει ο λόφος της Αγίας Παρασκευής. Τα αρχαιολογικά δεδομένα είναι και πάλι φτωχά. Από την περίοδο αυτή μας έρχονται και τα αρχαιότερα αρχιτεκτονικά δεδομένα κατοίκησης στα οποία περιλαμβάνονται δύο κιβωτιόσχημοι τάφοι των αρχών της 2η χιλιετίας π.Χ.

Ο οικισμός των μυκηναϊκών χρόνων, δηλαδή του β΄ μισού της 2ης χιλιετίας π.Χ., ταυτίστηκε από παλαιότερους και νεότερους ερευνητές, βάσει μυθολογικών και φιλολογικών μαρτυριών, καθώς και τοπογραφικών στοιχείων, με την ομηρική πόλη Φθία, γενέτειρα του ήρωα Αχιλλέα, που εξεστράτευσε στην Τροία ως αρχηγός των Μυρμιδόνων με πενήντα πλοία. Και από την περίοδο αυτή εκλείπουν βασικά τα αρχιτεκτονικά λείψανα, ενώ έχουμε στη διάθεσή μας μόνον ανασκαφικά στρώματα με κινητά ευρήματα (κεραμεική και μικροαντικείμενα). Εξαίρεση αποτελεί η εύρεση μυκηναϊκών τάφων στο χώρο του δυτικού νεκροταφείου της πόλης των ιστορικών χρόνων.

Tέλη του 12ου αιώνα π.Χ.

Στα τέλη του 12ου αιώνα π.Χ. στην περιοχή εισβάλλουν οι Θεσσαλοί, ελληνικό φύλο που έως τότε ζούσε στην περιφέρεια του μυκηναϊκού κόσμου, και αναγκάζουν τους παλαιότερους κατοίκους, τους Πελασγούς, είτε να μεταναστεύσουν, είτε, κυρίως, να υποταχθούν και ως Πενέστες ( δούλοι ) να γίνουν οι καλλιεργητές της γης των Θεσσαλών κυρίαρχων. Την εποχή αυτή περίπου, πρέπει να αναζητήσει κανείς τις απαρχές της πόλης των ιστορικών χρόνων, αν και τα ανασκαφικά στοιχεία είναι λιγοστά και οι γραπτές πηγές φειδωλές. 

Οι Θεσσαλοί χωρίζουν την επικράτειά τους σε τετραρχίες ( αλλιώς τετράδες ή μοίρες ) : την Πελασγιώτιδα, τη Φθιώτιδα, τη Θεσσαλιώτιδα και την Εστιαιώτιδα.[1].

[1] Μυθικά, η διαίρεση αυτή αποδίδεται στον Αλευά τον Πυρρό, τον οποίο η Πυθία έχρισε πρώτο αρχηγό πάντων των Θεσσαλών. Έκτοτε, όλες μαζί οι θεσσαλικές τετράδες συγκροτούσαν  ένα “ομόσπονδο” κράτος, με έναν κοινό, σε ώρα πολέμου, αρχηγό, με τον τίτλο “ταγός”, που εκλεγόταν από τους αρχηγούς (αποκαλούνταν επίσης «ταγοί») όλων των τετράδων. Ο τίτλος αυτός ήταν συνήθως κληρονομικός, μεταξύ των μελών των αριστοκρατικών οίκων. Αργότερα, το 360 π.Χ., οι Θεσσαλοί, σε μία εξέλιξη της πολιτειακής τους οργάνωσης, συγκρότησαν μία κοινοπολιτεία γνωστή ως “Κοινό των Θεσσαλών”, στο οποίο συμμετείχαν όλες οι θεσσαλικές πόλεις πλην των Φερών. Το γεγονός αυτό έλαβε χώρα επί της ταγείας του Φαρσάλιου Αγελάου.

H Φάρσαλος

είναι το νέο όνομα της πόλης [2]– γίνεται τότε η πρωτεύουσα της “Τετράδος Φθιώτιδος” και της “Περιοικίδος Αχαΐας Φθιώτιδος”, καθώς και μια από τις ισχυρότερες θεσσαλικές πόλεις.

[2] Ετυμολογικά συνδέεται με τη λέξη “φάρσος” που σημαίνει “τμήμα” και είτε με τη λέξη “Άλος” που είναι γνωστό όνομα πόλης, και με άλλα λόγια ερμηνευτικά “Φάρσαλος” μπορεί να σημαίνει “τμήμα της πόλης Άλος”, και να αντηχεί τις μετακινήσεις πληθυσμών που προκάλεσε η εισβολή των Θεσσαλών και στην προκειμένη περίπτωση, πιθανώς να αντανακλά μετοικήσεις από τη λοκρική Άλο που ως τοπωνύμιο παύει να υφίσταται στα ιστορικά χρόνια· είτε με τη λέξη “Ελλάς” ή “Σελλοί” και μπορεί να σημαίνει “τμήμα της Ελλάδος”. Εκτενή διαπραγμάτευση γύρω από την ετυμολογική προέλευση και την ερμηνευτική προσέγγιση του ονόματος της πόλης μπορεί να βρει κανείς στο βιβλίο του Λ. Βαϊρακλιώτη, «Τα Φάρσαλα στην Αρχαιότητα» και στο βιβλίο του Μ. Αθανασίου, «Αναζητώντας τη Φθία και την Ελλάδα».

Τα αρχαιολογικά ευρήματα

Από το οικισμό της πρωτογεωμετρικής και της γεωμετρικής περιόδου (11ος έως 8ος αιώνας π.Χ.) ήρθε πρόσφατα στο φως τμήμα του νεκροταφείου του.

Από τα αρχαιολογικά ευρήματα προκύπτει ότι η πόλη ευημερούσε ήδη κατά τους υστεροαρχαϊκούς χρόνους, δηλαδή στο β΄ μισό του 6ου αιώνα π.Χ. Στα σημαντικότερα των ευρημάτων της περιόδου συγκαταλέγονται: 

α) θολωτός τάφος με δρόμο, όχι μεταγενέστερος των αρχών του 5ου αιώνα π.Χ., που χρησιμοποιήθηκε από τα υστεροαρχαϊκά έως τα ελληνιστικά χρόνια (αμέσως ΒΔ της θόλου του βρέθηκε, σε βαθύτερο επίπεδο, ένας θαλαμοειδής τάφος μυκηναϊκών χρόνων). Στα κτερίσματα του θολωτού συμπεριλαμβάνεται ένας περίφημος καλυκωτός κρατήρας με παράσταση μάχης Ελλήνων και Τρώων πάνω από το σώμα του νεκρού Πατρόκλου, που αποδίδεται στο εργαστήριο του περίφημου αγγειογράφου της μελανόμορφης τεχνικής, Εξηκία ( Αθήνα – Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο).

β) Το γνωστό επιτύμβιο ανάγλυφο “L’ exaltation de la fleur”, του α΄ μισού του 5ου αιώνα π.Χ., που βρέθηκε τυχαία στην περιοχή της Παναγίας το 19ο  αιώνα. (Παρίσι – Μουσείο Λούβρου).

Αποτύπωση της πορείας της πορείας του Αρχαίου Τείχους της Φαρσάλου και της Ακροπόλεως.

(από το διαδικτυακό τόπο http://odysseus.culture.gr)
Την περίοδο αυτή η πόλη αρχίζει να περικλείεται από ισχυρό τείχος, ενισχυμένο με πύργους και πύλες. Η κατασκευή του τείχους συνεχίστηκε έως και τον 4ο αιώνα π.Χ. Για την κατασκευή του χρησιμοποιήθηκε ντόπιος γκριζωπός ασβεστόλιθος και ήταν εξολοκλήρου λίθινο. Το κυριώτερο σύστημα δόμησης του τείχους είναι το ισόδομο τραπεζιόσχημο. Σε μικρό τμήμα του είναι κτισμένο σύμφωνα με το πολυγωνικό σύστημα, με επίδραση της λέσβιας τοιχοδομίας, αλλά και με την έμπλεκτο τεχνική. Η συνολική περίμετρος του δεν ξεπερνούσε τα 5 χιλιόμετρα και το πάχος του κυμαίνεται από 1,50 έως 2,80 μέτρα. Σε όλη την περίμετρό του υπήρχαν είκοσι τρεις τετράπλευροι-ορθογώνιοι πύργοι, από τους οποίους είναι σήμερα ορατοί με σαφήνεια δεκαεννέα, ενώ έχουν εντοπισθεί τέσσερις πύλες και μία πυλίδα, επάνω στους άξονες των οδικών αρτηριών που οδηγούσαν στην πόλη.

Την εποχή αυτή διαμορφώνεται, πιθανώς, και η ακρόπολη της πόλης, που είναι χωριστά τειχισμένη, καταλαμβάνει την κορυφή του υψώματος Προφήτης Ηλίας και φαίνεται ότι εξυπηρετούσε καθαρά στρατιωτικούς – αμυντικούς σκοπούς. Αποτελεί το νοτιότερο και υψηλότερο τμήμα της πόλης και το σχήμα της είναι επίμηκες, με κατεύθυνση ανατολικά – δυτικά και αποτελείται από δύο πεπλατυσμένες εξάρσεις στα άκρα, με ένα στενό διάσελο ανάμεσά τους. Το μήκος της φτάνει τα 500 μέτρα, ενώ το μέγιστο πλάτος της μόλις τα 60 μέτρα. Η σημερινή της εικόνα είναι προϊόν των μετασκεύων της βυζαντινής περιόδου. Στο σύστημα τροφοδοσίας και αποταμίευσης νερού της αρχαίας ακρόπολης ανήκει μία δεξαμενή σε σχήμα φιάλης, σκαμμένη στο βράχο και κτισμένη στην περιοχή του στομίου της κατά το εκφορικό σύστημα με ορθογώνιους κυβόλιθους σε δόμους.

ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΚΗ ΑΠΟΨΗ ΤΩΝ ΤΕΙΧΩΝ ΤΗΣ ΑΚΡΟΠΟΛΕΩΣ ΤΗΣ ΦΑΡΣΑΛΟΥ - ΝΟΤΙΑ ΠΥΛΗ

Απόψεις του Βυζαντινού τείχους της Ακροπόλεως

Αμέσως μετά τους περσικούς πολέμους η πόλη αρχίζει να κόβει δικά της νομίσματα. Στον εμπροσθότυπο των αργυρών και χάλκινων νομισμάτων της απεικονίζεται η κεφαλή της προστάτιδας θεάς της πόλης Αθηνάς, με αττικό ή κορινθιακό κράνος. Στον οπισθότυπο, ίππος ή ιππέας, θέμα ιδιαίτερα προσφιλές σε αριστοκρατικές κοινωνίες όπως η θεσσαλική, και μάλιστα αυτή της Φαρσάλου, το ιππικό της οποίας, επιπλέον, υπήρξε, (όπως και όλης της Θεσσαλίας εξάλλου), το πλέον φημισμένο στην αρχαιότητα. Γενικώς, η νομισματοκοπεία της Φαρσάλου θεωρείται από τις πρωιμότερες στο θεσσαλικό χώρο.

ΧΑΛΚΙΝΟ ΝΟΜΙΣΜΑ ΤΗΣ ΑΡΧΑΙΑΣ ΦΑΡΣΑΛΟΥ, ΤΕΛΗ 5ου   – ΑΡΧΕΣ 4ου ΑΙΩΝΑ π.Χ

Το πολίτευμα

Το πολίτευμα της πόλης ήταν παραδοσιακά ολιγαρχικό, αλλά οι άρχοντες της ήταν γνωστοί για την εντιμότητά τους, τόσο, ώστε να εγκωμιάζονται από τον ίδιο τον Αριστοτέλη ως παράδειγμα χρηστής διοίκησης: «ἔστιν οὐν παράδειγμα οἱ ἐν Φαρσάλῳ ὀλιγαρχία. Ἐκείνοι, ὁλίγοι ὂντες, διά τό καλῶς διοικεῑν, πολλών κύριοι εἰσίν» (Αριστοτέλους Πολιτικά).

Η μεγάλη ακμή της πόλης σημειώνεται κατά τον 5ο και τον 4ο αιώνα π.Χ. Η πόλη γίνεται ισχυρή πρωταγωνίστρια των θεσσαλικών θεμάτων και αναδεικνύει μεγάλους πολιτικούς ηγέτες από την οικογένεια των Εχεκρατιδών. Οι Εχεκρατίδες, κατά τους περσικούς πολέμους, συμμάχησαν με τους Αθηναίους, ενώ, σημειωτέον, ότι από την πόλη διήλθε η στρατιά του Ξέρξη. Ο πιο σημαντικός από τους Εχεκρατίδες ήταν ο Δάοχος, γιος του Αγία, που κυβέρνησε τους Θεσσαλούς στο β’ μισό του 5ου αιώνα π.Χ., επί 27 συναπτά έτη, “οὑ βίᾳ ἀλλά νόμῳ”. Σημαντικός και συνετός άρχοντας υπήρξε επίσης ο Πολυδάμας, που διοίκησε την πόλη στα κρίσιμα χρόνια των εμφυλίων πολέμων, που τάραξαν τη Θεσσαλία στα τέλη του 5ου και τις αρχές του 4ου αιώνα π.Χ. Η Θεσσαλία υποτάχθηκε τελικά, ειρηνικά, γύρω στο 374 π.Χ., στον τύραννο των Φερών Ιάσονα.

Είκοσι χρόνια νωρίτερα, το 394 π.Χ., αμέσως νοτιώτερα της Φαρσάλου, κοντά στο όρος Ναρθάκιο, διεξήχθη η γνωστή μάχη μεταξύ των Θεσσαλών και της περσικής στρατιάς, αρχηγός της οποίας ήταν ο Σπαρτιάτης βασιλιάς Αγησίλαος. Είναι η περίοδος της Σπαρτιατικής Ηγεμονίας στην Ελλάδα, αμέσως μετά τον Πελοποννησιακό Πόλεμο. Ο Αγησίλαος κατατρόπωσε το θεσσαλικό ιππικό και σε ανάμνηση της νίκης του ανήγειρε μεγαλοπρεπές μνημείο.

ΤΟ ΑΝΑΘΗΜΑ ΤΟΥ ΔΑΟΧΟΥ Β’ ΣΤΟΥΣ ΔΕΛΦΟΥΣ, ΠΕΡΙ ΤΟ 337 π.Χ.

Η πόλη ακμάζει

…εκ νέου την περίοδο της μακεδονικής κυριαρχίας στη Θεσσαλία, από τα μέσα, δηλαδή, του 4ου αιώνα και μετά, καθώς οι άρχοντές της, Δάοχος Β’ και Θρασύδαιος, βοηθούν το Φίλιππο Β’ της Μακεδονίας να υποτάξει στο βασίλειό του όλη τη Θεσσαλία. Έτσι, κατορθώνουν να διασφαλίσουν για την πατρίδα τους την εύνοια του Μακεδόνα βασιλιά και μάλιστα, να υπερφαλαγγίσουν την ανταγωνίστρια πόλη Λάρισα, από το 346 μέχρι το 323 π.Χ., αναλαμβάνοντας την πολιτική και στρατιωτική ηγεσία της Θεσσαλίας. Την αύξηση της δύναμης της Φαρσάλου μαρτυρούν η πολεοδομική επέκτασή της και οι αμέτρητες αναφορές σε συγγραφείς και επιγραφές. Δείγμα της ισχύος της αποτελεί ακόμη το γεγονός ότι ο Δάοχος Β’, άρχοντας της πόλης και ιερομνήμων στους Δελφούς, αναθέτει στο γ’ τέταρτο του 4ου αιώνα π. Χ. στο ιερό του Απόλλωνα μαρμάρινο σύνταγμα από εννέα αγάλματα, που παρίστανε τους πολιτικούς, στρατιωτικούς και αθλητές προγόνους του και το θεό Απόλλωνα. Το σύνταγμα θεωρείται έργο αργο-σικυωνικού εργαστηρίου, μέλος του οποίου ήταν και ο κορυφαίος γλύπτης Λύσιππος και στον οποίο αποδίδονται ορισμένα αγάλματα, όπως ο Αγίας.

Απόψεις του Βυζαντινού Τείχους

Κατά τη διάρκεια του Λαμιακού πολέμου (323 – 322 π.Χ.) η Φάρσαλος παρεξέκλινε από τη μακεδονική πολιτική, υποβαθμίστηκε σε περιοχή δεύτερης κατηγορίας και πρέπει να υπέφερε πολύ κατά τον 3ο αιώνα π.Χ., γιατί αποτελούσε το μήλο της έριδος μεταξύ της μακεδονικής Πελασγιώτιδος και της αιτωλικής Αχαΐας, και εν τέλει διεκδικήθηκε από τους Αιτωλούς σαν ένα προσάρτημα της Αχαΐας.

Κατά το Β' και Γ' Μακεδονικό πόλεμο (200 – 197 π.Χ. και 171 – 168 π.Χ., αντίστοιχα), η περιοχή της Φαρσάλου, έγινε το πεδίο πολεμικών μαχών ανάμεσα στο Φίλιππο Ε' της Μακεδονίας και τους Ρωμαίους. Το 197 π.Χ. μάλιστα, πλησίον της πόλης έγινε η περίφημη μάχη των “Κυνός Κεφαλών”, όπου ο Ρωμαίος στρατηγός Τίτος Κόιντος Φλαμίνιος νίκησε κατά κράτος το Φίλιππο Ε'.

Μετά από την κατάλυση του Μακεδονικού Βασιλείου, το 148 π.Χ., η Φάρσαλος πέρασε από τη Ρωμαϊκή Δημοκρατία, στη Ρωμαϊκή κυριαρχία.

ΡΩΜΑΪΚΟ ΝΟΜΙΣΜΑ (ΑΣΣΑΡΙΟ) ΑΠΟ ΤΗ ΘΕΣΣΑΛΙΑ: ΣΤΟΝ ΕΜΠΡΟΣΘΟΤΥΠΟ ΔΙΑΚΡΙΝΕΤΑΙ Η ΚΕΦΑΛΗ ΤΟΥ ΑΧΙΛΛΕΑ- ΣΤΟΝ ΟΠΙΣΘΟΤΥΠΟ ΙΠΠΟΣ & ΕΠΙΓΡΑΦΗ «ΣΤΡΑΤΗΓΟΥ ΝΙΚΟΜΑΧΟΥ», 117-138 μ.Χ.- ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΟΣ ΑΔΡΙΑΝΟΥ

Στα χρόνια της Ρωμαιοκρατίας

…ταλαιπωρήθηκε και πάλι, καθώς έγινε το θέατρο των εμφύλιων συγκρούσεων των Ρωμαίων διεκδικητών της εξουσίας. Το μόνο γεγονός που θα φέρει την πόλη ξανά στο προσκήνιο της ιστορίας είναι η μάχη που διεξήχθη ανοιχτά στην πεδιάδα της, το 48 π.Χ., ανάμεσα στον Πομπηίο και τον Ιούλιο Καίσαρα.

Από την αρχαία πόλη, κυρίως αυτή των ελληνιστικών χρόνων, έχει ανασκαφεί ένας σημαντικός αριθμός ιδιωτικών οικιών, κάποιες από τις οποίες είναι πλούσιες επαύλεις, και έχει αποκαλυφθεί η σκευή τους in situ. Έχουν ποικίλη κάτοψη, τοίχους με λιθόκτιστα θεμέλια και ανωδομή από ωμά πλιθιά, που σε ορισμένες περιπτώσεις φέρουν επένδυση με έγχρωμα κονιάματα. Τα δάπεδα τους είναι φτιαγμένα είτε απλά, από πατημένο πηλό, είτε είναι πιο φροντισμένα και περίτεχνα, ψηφιδωτά ή βοτσαλωτά. Η κεράμωση, που συχνά βρίσκεται άθικτη, είναι λακωνικού τύπου. Οι δρόμοι της πόλης είναι συνήθως χωμάτινοι, αλλά και πλακόστρωτοι, και διασχίζονται από σύστημα αποχετευτικών αγωγών.

Έξω από τα τείχη της πόλης αναπτύχθηκαν τα νεκροταφεία της. Αυτό που είναι πιο εκτεταμένο και έχει επαρκέστερα ερευνηθεί, είναι το δυτικό νεκροταφείο, το οποίο εκτεινόταν εκατέρωθεν της οδού που οδηγούσε προς τη νότια Ελλάδα. Περιείχε τάφους από τη μυκηναϊκή έως την ελληνιστική περίοδο. Οι τάφοι ανήκουν σε διάφορους τύπους: κιβωτιόσχημοι με τοιχώματα χτιστά ή επενδυμένα με πλάκες, μερικές φορές καλυμμένοι από τύμβο, ταφικά οικοδομήματα με πώρινες λάρνακες, κυκλικοί και ωοειδείς χτιστοί τάφοι, κεραμοσκεπείς και τεφροδόχα αγγεία.

Όσον αφορά στη λάτρεια, πιστοποιείται από κινητά ευρήματα, κυρίως αναθηματικές επιγραφές, η λατρεία αρκετών θεοτήτων, πέραν της προστάτιδος της πόλης θεάς Αθηνάς. Με βάση τις επιγραφές, τοποθετείται το ιερό του Διός Θαυλίου στο λόφο της Αγίας Παρασκευής και το ιερό του Ασκληπιού στο λόφο του Αγίου Νικολάου. Επίσης αναφέρεται η λατρεία των Ολυμπίου Δία, Ερμή Αγυιάτα, Αρτέμιδος, Αφροδίτης Πειθούς και Θέτιδος. Στις θέσεις «Πλάτωμα» και «Εικονισματάκι» στο λόφο του Προφήτη Ηλία, βρέθηκαν δύο αποθέτες ιερού Δήμητρας, που χρονολογούνται στα τέλη του 4ου – αρχές 3ου αιώνα π.Χ. και από τους οποίους προέρχεται μεγάλος αριθμός πήλινων ειδωλίων και αναθηματικών αγγείων.

Σήμερα

Δυστυχώς, σήμερα, τα περισσότερα από τα ανασκαμμένα λείψανα της Φαρσάλου, που εκτός από ιδιωτικές οικίες, τάφους, τμήματα δρόμων και τμήματα της οχύρωσης υπήρξαν και λείψανα κτηρίων δημοσίας χρήσεως, όπως στοές, μικρά ιερά, αποθήκες και καταστήματα, και τα οποία συνολικά μας έδιναν μία σαφή γνώση του πολεοδομικού ιστού της αρχαίας πόλης, έχουν καταχωθεί. Ορατά σε απαλλοτριωμένα οικόπεδα διατηρούνται μόνον τμήματα του τείχους και ταφικά μνημεία. Επίσης τμήματα της οχύρωσης της ακρόπολης και της πόλης διασώζονται σε διάφορα σημεία στην κορυφή και τη βόρεια πλαγιά του υψώματος Προφήτης Ηλίας.

 

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Αθανασίου Μήτσος, Αναζητώντας την Φθία και την Ελλάδα, Αθήνα 2009
Βαϊρακλιώτης Λάκης, Τα Φάρσαλα στην Αρχαότητα (Προϊστορία – Μυθολογία – Ιστορία), Φάρσαλα 1990
Bequignon Yves, Ẻtudẻs Thessaliẻnnes, BCH, 1932
Botsford & Robinson, Αρχαία Ελληνική Ιστορία, Αθήνα 1995
Haagsma J. Margiet, Karapanou Sophia and Gouglas Sean, Excavations of the Kastro at Kallithea, ΑΔ 2007, σελ. 5 – 14
Helly Bruno, Élẻments pour une histoire de la distribution des territories en Thessalie de l’ ẻpoque Nẻolithique à la fin de l’ Antiquité, Πρακτικά 1ου Διεθνούς Συνεδρίου Ιστορίας και Αρχαιολογίας της Θεσσαλίας, Τόμος I, σελ. 194 – 205, Λάρισα 2006
Θεοχάρης Δ., Νεολιθικός Πολιτισμός, Αθήνα 1981
Καραπάνου Σ. – Κατακούτα Στ. , Φάρσαλα, Ιστορία και Αρχαιολογικά Δεδομένα, ΥΠΠΟ, ΙΕ’ ΕΠΚΑ ΛΑΡΙΣΑΣ
Καραπάνου Σ., Ελληνοκαναδική Αρχαιολογική Έρευνα στο “Κάστρο” Καλλιθέας Φαρσάλων, ΑΔ 2008, σελ. 6 – 9
Κατακούτα Στ. – Τουφεξής Γ. , Τα τείχη της Φαρσάλου, ΘΕΣΣΑΛΙΑ, Δεκαπέντε χρόνια αρχαιολογικής έρευνας 1975 – 1990, Αποτελέσματα και
Προοπτικές, Πρακτικά Διεθνούς Συνεδρίου της Λυών, 17 – 22 Απριλίου 1990, Τόμος Β’, σελ. 189 – 200, Αθήνα 1994
Κοκκορού – Αλευρά Γ., Η Τέχνη της Αρχαίας Ελλάδας, Αθήνα 1991
Νέα Δομή, τόμος 3, σελ. 31
Οικονόμου Κ.Α., Η Λάρισα και η Θεσσαλική Ιστορία, Τόμος Β’, “Από τις απαρχές της προϊστορίας, στην Τετραρχία και τη Ρωμαιοκρατία” (8000–197 π.Χ.), Λάρισα 2007
Πάπυρος – Λαρούς – Μπριτάννικα, τόμος 6, σελ. 303
Πάπυρος – Λαρούς – Μπριτάννικα, τόμος 59, σελ. 181
Πρακτικά Α’ Συνεδρίου Φαρσαλινών Σπουδών, Λάρισα 1994
Stählin Friedrich, Η Αρχαία Θεσσαλία, Φ.Ι.ΛΟ.Σ. Τρικάλων, Θεσσαλονίκη 2002
A. Wace – M. Thompson, Prehistoric Thessaly, 1912

 

http://el.wikipedia.org/wiki/Φάρσαλα
http://odysseus.culture.gr/ Ακρόπολη Φαρσάλων
http://odysseus.culture.gr/ Θολωτός Τάφος Φαρσάλων
http://www.polidamantas.gov.gr (Διαδικτυακές Πύλες – Δήμος Πολυδάμαντα – Ιστορία)
http://www.hellinon.net/NeesSelides/Fthia.htm
http://el.wikipedia.org/wiki/Φθία
www.e-istoria.com/t4.html