Δήμος Φαρσάλων

Δήμος Φαρσάλων

Δήμος Φαρσάλων

Δήμος Φαρσάλων

Πύργος Καραμίχου

Ο «Πύργος Καραμίχου», όπως σώζεται σήμερα.

ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΚΑΙ ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΤΟΥ ΚΤΗΡΙΟΥ

1. ΓΕΝΙΚΑ

Τα περισσότερα παραδείγματα χρονολογημένων παραδοσιακών σπιτιών, που διασώζονται σήμερα στη Θεσσαλία, ανήκουν στο 19ο αιώνα. Ξεχωριστή κατηγορία όμως, συνιστούν οι πύργοι, που ανάγονται κατασκευαστικά, συνήθως, στο α’ μισό του 18ου αιώνα. Πρόκειται για τις γνωστές μορφές της κούλας ή κούλιας, μιας ονομασίας γνωστής από τον 11ο αιώνα στους Βυζαντινούς και κοινής για τους μοναχικούς πύργους της Βαλκανικής. Τα κτήρια αυτά, με το φρουριακό τους χαρακτήρα, αντανακλούν την αμυντική αναγκαιότητα σε ιδιαίτερα ταραγμένες περιόδους για τους πληθυσμούς που διαβιούσαν μέσα στους κόλπους της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και οι αρχιτεκτονικές τους καταβολές θα πρέπει να αναζητηθούν σε βυζαντινά και μεσαιωνικά ιταλικά πρότυπα.

 

Τα περισσότερα παραδείγματα χρονολογημένων παραδοσιακών σπιτιών, που διασώζονται σήμερα στη Θεσσαλία, ανήκουν στο 19ο αιώνα. Ξεχωριστή κατηγορία όμως, συνιστούν οι πύργοι, που ανάγονται κατασκευαστικά, συνήθως, στο α’ μισό του 18ου αιώνα. Πρόκειται για τις γνωστές μορφές της κούλας ή κούλιαςμιας ονομασίας γνωστής από τον 11ο αιώνα στους Βυζαντινούς και κοινής για τους μοναχικούς πύργους της Βαλκανικής. Τα κτήρια αυτά, με το φρουριακό τους χαρακτήρα, αντανακλούν την αμυντική αναγκαιότητα σε ιδιαίτερα ταραγμένες περιόδους για τους πληθυσμούς που διαβιούσαν μέσα στους κόλπους της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και οι αρχιτεκτονικές τους καταβολές θα πρέπει να αναζητηθούν σε βυζαντινά και μεσαιωνικά ιταλικά πρότυπα.

Τα σοβαρότερα προβλήματα, που θέτουν τη ζωή των κατοίκων τόσο της υπαίθρου, όσο και των αστικών περιοχών εν κινδύνω, είναι οι ληστρικές επιδρομές των άτακτων στοιχείων που δρούσαν ανενόχλητα μέσα στο χαλαρό έλεγχο των επαρχιακών οθωμανικών διοικήσεων, που συχνά μάλιστα τις υπέθαλπαν, οι σιτοδείες και οι επιδημίες πανούκλας. Το 18ο  αιώνα εξάλλου, διογκώνεται η απληστία και η κακοδιοίκηση των αλβανών οπλοφόρων, που λυμαίνονται τυχοδιωκτικά την περιοχή της Θεσσαλίας και η ζωή των κατοίκων καθίσταται επισφαλής. Όσον αφορά αποκλειστικά, στον τουρκικό πληθυσμό, αυτός απειλείται και από τη δράση των χριστιανών κλεφτών που εφορμούν από τα ορεινά, επιχειρώντας ένοπλες ληστρικές επιθέσεις ή απαγωγές ατόμων, μια συνηθισμένη πρακτική άσκησης πίεσης.

Τα δεδομένα αυτά αναγκάζουν τους ευπορότερους των Οθωμανών να επιλέγουν ως κατοικία, φρουριακού χαρακτήρα κτήρια.

Βασικά Αρχιτεκτονικά Χαρακτηριστικά των Πύργων της Οθωμανικής περιόδου στον Ελλαδικό χώρο

Είναι ψηλόκορμα κτίσματα με τρεις ή και περισσότερους ορόφους, με μικρό συνήθως εμβαδό κάλυψης (12 έως 20μ2 περίπου), συνήθως τετραγωνικής κάτοψης, χωρίς εσωτερικές διαιρέσεις (αβέρτο) και με διάχυτη την οχυρωματική φροντίδα, αφού σκοπός τους ήταν η προστασία των προυχόντων από κάθε είδους αυθαιρεσία των καιρών.
Τα αρχιτεκτονικά στοιχεία που φανερώνουν τον αμυντικό χαρακτήρα των κτηρίων, πέρα από τη συμπαγή κατασκευή τους, είναι οι «ζεματίστρες» ή «καταχύστρες», οι σχισμοειδείς πολεμίστρες και ενίοτε οι γωνιακοί πετρόμαχοι (επάλξεις).
Ο πολυώροφος πύργος αποτελείται από την επανάληψη, σε τρεις ή περισσότερους ορόφους, της τυπικής μονάδας του μονόχωρου δωματίου, που αποτελεί τη βάση της οθωμανικής αρχιτεκτονικής της κατοικίας.
Συχνά οι πύργοι αποτελούν το οχυρωμένο τμήμα μιας κατοικίας, που απλώνεται και σε μια σειρά από άλλα κτίσματα και παράσπιτα πέριξ αυτών, εντός βέβαια μιας αυλής που περικλείεται με ψηλό προστατευτικό περίβολο.
Τα περισσότερα από τα κτήρια του τύπου του πύργου χρονολογούνται στο α’ μισό του 18ου αιώνα και οφείλουν τη μορφή τους στις ταραγμένες και επικίνδυνες συνθήκες ζωής της εποχής στην Οθωμανική Αυτοκρατορία.
Τέλος, τα πυργόσπιτα με τις ραδινές αναλογίες, την αίσθηση του ύψους και την επιβολή των εξώστεγων που κατόπτευαν τη γύρω έκταση, εξυπηρετούσαν πολύ περισσότερο το γόητρο, την ασφάλεια και την επιβολή του ιδιοκτήτη τους. Ήταν τα σύμβολα της δοτής ισχύος της ολιγαρχίας ή της οικονομικής επιτυχίας της αστικής ανέλιξης χάρη στην ιδιωτική πρωτοβουλία.

Ο «Πύργος Καραμίχου», το μοναδικό στην πόλη των Φαρσάλων, αλλά και στην ευρύτερη περιοχή, σωζόμενο πυργόσπιτο της Όψιμης Οθωμανικής περιόδου ανήκει στην κατηγορία της «κούλιας». Αρχιτεκτονικά του παράλληλα μπορούμε να αναζητήσουμε στο Πήλιο, στη Μακεδονία και στη Μάνη. Ο αρχικός ιδιοκτήτης, άγνωστος προς εμάς σήμερα, υπήρξε ασφαλώς Οθωμανός, καθώς το κτήριο βρίσκεται στην καρδιά της τουρκικής συνοικίας «Μοιροχώρι» (οι Έλληνες της πόλης των Φαρσάλων κατά την τουρκική περίοδο κατοικούσαν αποκλειστικά σε δύο συνοικίες, η μία στην περιοχή του Βαρουσιού και η δεύτερη στην περιοχή της Παναγίας- Παλαιόλουτρος). Στοιχεία για την ιστορική διαδρομή του Πύργου πριν από την ανεξαρτησία της πόλης, το 1881, δεν διαθέτουμε. Πάντως στο γεγονός ότι ο αρχικός ιδιοκτήτης υπήρξε Τούρκος, συνηγορεί και η με βεβαιότητα, μαρτυρία των απογόνων των παλαιών ιδιοκτητών της «Κούλιας Δασκαλόπουλου» (που ήταν χτισμένη αμέσως προς Α του «Πύργου Καραμίχου» και κατέρρευσε με τον καταστρεπτικό σεισμό του 1954), ότι ο αρχικός ιδιοκτήτης της «Κούλιας» ήταν Τούρκος. Ήταν πιθανό λοιπόν, το «Μοιροχώρι» να υπήρξε μια συνοικία πλουσίων Τούρκων που επέλεγαν, ως ελάχιστο μέτρο ατομικής προστασίας, να κατοικούν σε οχυρωμένα πυργόσπιτα.

2. ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΤΟΥ ΜΝΗΜΕΙΟΥ

Πρόκειται για ένα συμπαγή, λιθόδμητο πύργο, που δεσπόζει επιβλητικός στο πρανές έδαφος της περιοχής του Αγίου Γεωργίου της πόλης των Φαρσάλων, με ελεύθερη θέα προς όλες τις πλευρές.

Αποτελείται από ισόγειο και δύο ορόφους και στέφεται με τετράρριχτη στέγη, φέρουσα βυζαντινά κεραμίδια (η στέγη σήμερα έχει σχεδόν ολοκληρωτικά καταρρεύσει).

Δύο είναι οι είσοδοι του κτηρίου, που φράσσονται με ξύλινες, δίφυλλες θύρες. Η μία ανοίγεται στην ανατολική πλευρά του, είναι στενή, με διαστάσεις 1,20 x 1,85μ. και οδηγεί στο «απομονωμένο» υψηλό ισόγειο, με τρία επίπεδα εσωτερικώς. Η δεύτερη, η κύρια, βρίσκεται στη νότια πλευρά του κτηρίου, έχει διαστάσεις 1,25 x 2,15μ., σώζει λείψανα μεταλλικής βάσης μικρού προστεγάσματος υπέρ αυτής και οδηγεί στον πρώτο όροφο και μέσω αυτού στο δεύτερο, με ξύλινο κλιμακοστάσιο. Το πιθανότερο είναι ότι στην αρχική φάση κατασκευής του πύργου, οι είσοδοι του ασφαλίζονταν με ισχυρότερες πόρτες.

Τα εξωτερικά κλιμακοστάσια είναι λίθινα. Αυτό της ανατολικής πλευράς είναι ευθύγραμμο, με έξι σκαλοπάτια διαστάσεων 1,80 x 0,30μ, ενώ της νότιας έχει δύο σκέλη, που σχηματίζουν Γ, δύο και πέντε σκαλοπατιών (το καθένα από τα σκέλη, αντίστοιχα), διαστάσεων 1,20 x 0,30μ, με πλατύσκαλα. Σώζει μεταλλικό κιγκλίδωμα στην εξωτερική του πλευρά.

Τα παράθυρα των ορόφων είναι λίγα και μάλλον στενά. Στην ανατολική πλευρά ανοίγονται δύο παράθυρα σε καθέναν από τους α’ και β’ ορόφους. Στη βόρεια πλευρά ,έχουμε αντίστοιχα τρία παράθυρα σε καθέναν από τους α’ και β’ ορόφους. Δυτικά το κτήριο είναι σχεδόν τυφλό, αφού ανοίγεται μόνον ένα παράθυρο κι αυτό στον α’ όροφο. Τέλος, προς Νότο διακρίνουμε ένα παράθυρο στον πρώτο όροφο και τρία παράθυρα στο δεύτερο. Τα υπέρθυρα των παραθύρων του πρώτου ορόφου είναι ευθύγραμμα, ενώ του δευτέρου έντονα τοξωτά, στοιχείο πρωιμότητας του κτηρίου. Τα παράθυρα του α’ ορόφου κλείνονται τώρα με ξύλινα παραθυρόφυλλα γαλλικού τύπου. Οι διαστάσεις των παραθύρων του α’ ορόφου είναι 0,85 x 1,50μ., ενώ αυτές των παραθύρων του β’ ορόφου ποικίλουν. Στη βόρεια πλευρά τα ανοίγματα των παραθύρων μετρώνται 0,80 x 1,40μ., στην ανατολική, 0,90 x 1,35μ., ενώ στη νότια 0,70 x 2,15μ.

Στο δεύτερο όροφο, στη ΒΔ και ΝΑ γωνία αντίστοιχα, υπάρχουν δύο ξύλινοι, στεγασμένοι εξώστες – τεταρτοκύκλια.

Ο ΝΑ εξώστης έχει, σήμερα, ολοκληρωτικά σχεδόν, καταρρεύσει. Αρχικά έφερε ξύλινο στηθαίο και λοξά φερόμενα χαλύβδινα υποστηρίγματα.

Ο ΒΔ εξώστης έχει ευρεία θέα σε όλη την πεδιάδα του Απιδανού και του Ενιπέα ποταμού, που αποτελεί τη ζωοδόχο πηγή της πόλης των Φαρσάλων. Σώζεται σε καλύτερη κατάσταση, συγκριτικά με το νοτιοανατολικό, ενώ διαφέρει κατασκευαστικά από εκείνον, αφού φράσσεται με μεταλλικά κιγκλιδώματα. Στηρίζεται σε λοξές, χαλύβδινες αντηρίδες. Η στέγη αμφότερων των εξωστών είναι μολύβδινη.

Οι εξωτερικές διαστάσεις του Πύργου ανέρχονται στα 7,00 x 9,60μ. (η μακρά διάσταση στον άξονα Α-Δ). Το πάχος των τοίχων του κελύφους του κτηρίου φθάνει περίπου τα 0,85μ., που σημαίνει ότι το «καθαρό» εμβαδό της κατόψεως εκάστου ορόφου υπολογίζεται στα 40μ2 . Το ύψος του Πύργου αγγίζει τα 11,50μ., δίχως να υπολογίζεται το ύψος της τετράρριχτης στέγης, που έχει τώρα καταρρεύσει.

Ο Πύργος είναι χτισμένος επί του επικλινούς εδάφους της παλαιάς συνοικίας «Μοιροχώρι» και η υψομετρική διαφορά μεταξύ της χαμηλότερα κείμενης ΒΑ γωνίας του και της υψηλότερα ΝΔ, υπερβαίνει τα 2,00μ.

Το εσωτερικό του ισογείου είναι μονόχωρο. Στους εξωτερικούς του τοίχους διακρίνονται τα ανοίγματα πέντε σχισμοειδών πολεμίστρων, δύο στο δυτικό τοίχο και από μία στους υπόλοιπους τρεις.

Ο α’ όροφος ήταν χωρισμένος στην τελική φάση χρήσης του με λεπτούς τούβλινους τοίχους, επενδυμένους με ξύλο, σε δύο υπνοδωμάτια, ένα στη ΒΔ γωνία και ένα στη ΒΑ γωνία. Ανάμεσά τους υπήρχε η κουζίνα του σπιτιού. Στο ΝΑ τεταρτιμόριο του ορόφου ανοιγόταν το καθιστικό, ενώ τη ΝΔ γωνία κάλυπτε το εσωτερικό ξύλινο κλιμακοστάσιο.

Ο β’ όροφος φαίνεται ελεύθερος από εσωτερικά χωρίσματα.

Σημειωτέον ότι ο Πύργος Καραμίχου δεν διασώζει ίχνη ύπαρξης ζεματίστρας, ενός τυπικού στοιχείου στον αρχιτεκτονικό τύπο του «πύργου».

Συγκεντρωτικά, όσον αφορά στα υλικά δομής και στη δόμηση του κτηρίου επισημαίνουμε:

Η στέγη , όπως και όλα τα οριζόντια φέροντα στοιχεία (δοκοί πατωμάτων) είναι ξύλινα. Χρησιμοποιήθηκαν ξύλα με σχετικώς χοντρές διατομές. Ξυλοκατασκευές είναι, επί το πλείστον οι δύο εξώστες, καθ’ ολοκληρία το εσωτερικό κλιμακοστάσιο, όπως επίσης και οι όποιοι εσωτερικοί διαχωριστικοί τοίχοι του α’ και του β’ ορόφου.

Οι εξωτερικοί λίθοι του κτηρίου είναι σε όλο τους το ύψος λίθινοι. Στην τοιχοδομία χρησιμοποιήθηκαν αργοί ασβεστολιθικοί λίθοι ποικίλων μεγεθών, οι αρμοί των οποίων πληρώθηκαν με αργιλοκονίαμα μεγάλου πάχους, που κατά τόπους ενισχύθηκε με την προσθήκη άχυρων. Οι ακμές των τοίχων είναι ισχυρές καθώς δομήθηκαν με ογκώδεις, ορθογωνικούς γωνιόλιθους. Η εξωτερική επιφάνεια του κελύφους του Πύργου καλύπτεται από ωχρό επίχρισμα πάχους, που κατά τόπους και σε μεγάλη έκταση έχει απολεπισθεί. Σε επιλεγμένα σημεία, η εξωτερική όψη του οικοδομήματος, διακοσμήθηκε από λευκές ταινίες που τοποθετήθηκαν, κυρίως, προβάλλοντας τα αρχιτεκτονικά στοιχεία του. Η εσωτερική επιφάνεια των τοίχων φέρει, επίσης, επίχρισμα, μεγαλύτερου όμως πάχους και χειρότερης ποιότητας.

Κατά τόπους και σε διάφορες θέσεις, παρατηρούνται ξυλοδεσιές με διαμήκη και εγκάρσια ξύλα.

Το γείσο της στέγης και διάφορα καθ’ ύψος ασυνεχή οριζόντια στοιχεία (δίκην διαζωμάτων) στην υψηλότερη εκτός εδάφους ΒΑ γωνία του κτηρίου είναι από οπλισμένο σκυρόδεμα, ίσως όχι καθ’ όλο το πάχος των τοίχων. Σε αυτές τις περιοχές είναι πολύ πιθανόν να έγιναν εκτεταμένες επεμβάσεις μετά τους ισχυρούς σεισμούς του 1954 και 1957, που έπληξαν την πόλη των Φαρσάλων και προξένησαν εκτεταμένες βλάβες.

Τέλος, το εξεταζόμενο μνημείο παρουσιάζει διαφορές σε σχέση με τα κοινά βασικά χαρακτηριστικά του αρχιτεκτονικού τύπου του, που είναι :

· Η ορθογωνική του κάτοψη, εν αντιθέσει με τη συνήθη τετραγωνική.

· Το μέγεθος του εμβαδού κατόψεως εκάστου ορόφου, που είναι σχεδόν διπλάσιο από αυτό των υπολοίπων αναλόγων κτηρίων.

· Η απουσία «ζεματίστρας».

Ο πύργος σήμερα

Βρίσκεται εντός ενός μικρού, ακανόνιστου σχήματος οικοπέδου ( ΟΤ 524 Η ), το εμβαδό του οποίου δεν ξεπερνά τα 215 μ2 . Η πρόσβαση προς αυτό γίνεται από ένα μικρό, στενό δημοτικό δρόμο κατά μήκος της βόρειας πλευράς του οικοπέδου. Η σημερινή εικόνα είναι βέβαιο ότι δεν αντικατοπτρίζει την εικόνα της περιόδου κατασκευής του κτηρίου, κατά την οποία ο περιβάλλων χώρος θα ήταν σίγουρα ευρύτερος και θα υπήρχαν πιθανώς και μια σειρά από προσκτίσματα εντός του.

Ο Πύργος Καραμίχου κηρύχθηκε ιστορικό διατηρητέο μνημείο, διότι παρουσιάζει εξαιρετικό ενδιαφέρον από αρχιτεκτονικής απόψεως, βάσει των διατάξεων του άρθρου 52 του Κ.Ν 5351/1932 «Περί Αρχαιοτήτων», ΥΠΠΟ/ΑΡΧ/Β1/Φ32/24345/593/2-7-1986 (ΦΕΚ 598/Β/1-6-1988 ΥΑ).

Στοιχεία περιγραφής του κτηρίου με βάση τις μαρτυρίες των απογόνων

 Μέχρι και την περίοδο χρήσης του κτηρίου από την οικογένεια του Σωτήρη Καραμίχου, εξωτερικά δεν ήταν σοβατισμένος (όπως διαβεβαιώνουν οι απόγονοι Καραμίχου). Η πέτρα ήταν γυμνή, εκτός από τις λευκές ταινίες που διακοσμούσαν επιλεγμένα σημεία της επιδερμίδας του κελύφους και που τοποθετήθηκαν, έτσι ώστε να τονίζουν τα αρχιτεκτονικά του στοιχεία, π.χ. την περίμετρο των παραθύρων, των θυρών ή τη γραμμή των σεναζιών.

· Μεταξύ των ετών 1943-1945 έγιναν, καθώς φαίνεται, παρεμβάσεις στο κτήριο, όπως εσωτερικό σοβάτισμα, που κατέστρεψε τις τοιχογραφίες και τα εν γένει επιτοίχια διακοσμητικά.

· Μετά το σεισμό του 1954, κατά τον οποίο το κτήριο υπέστη ζημιές, έγιναν επισκευές σε οριζόντια αρχιτεκτονικά στοιχεία, όπως η εν μέρει αντικατάσταση των ξύλινων σεναζιών από μπετοδοκούς.

· Είναι άγνωστο πότε έγινε το εξωτερικό σοβάτισμα του κελύφους του κτηρίου.

Το ισόγειο υπήρξε πάντοτε ένας απομονωμένος χώρος αποθηκευτικής χρήσης, χωρίς καμία δυνατότητα εσωτερικής επικοινωνίας με τους επάνω ορόφους. 

Α’ ΟΡΟΦΟΣ

· Ο α’ όροφος φιλοξενούσε τους χώρους της διημέρευσης των ενοίκων. Στη ΒΔ και τη ΒΑ γωνία του ορόφου υπήρχαν αντίστοιχα, τα δύο υπνοδωμάτια του σπιτιού, με το κύριο να είναι αυτό της ΒΑ γωνίας.

· Ανάμεσα στα δύο υπνοδωμάτια, στο βόρειο τμήμα του ορόφου, υπήρχε η κουζίνα.

· Τη ΝΑ γωνία του ορόφου καταλάμβανε το καθιστικό, με χτιστό τζάκι στη γωνία ανάμεσα στα δύο παράθυρα.

· Στο ΝΔ τμήμα του ορόφου υψωνόταν η ξύλινη εσωτερική σκάλα που οδηγούσε στο β΄ όροφο, ενώ κάτω από αυτή βρισκόταν η τουαλέτα.

· Τα ταβάνια ήταν κι αυτά ξύλινα, με κατασκευαστικές και τυπολογικές ομοιότητες, σύμφωνα με μαρτυρίες, με αυτά της οικίας Σβάρτς στα Αμπελάκια.

· Τα πατώματα ήταν ξύλινα (δρύινα) σε χρώματα μπεζ-καφέ και σοβατεπί.

· Η εσωτερική σκάλα, που οδηγούσε στο β’ όροφο, ήταν κι αυτή φτιαγμένη από όμοιο με τα πατώματα ξύλο.

 

Β’ ΟΡΟΦΟΣ

· Ο β’ όροφος δεν είχε εσωτερικά χωρίσματα (αβέρτο)- μουσαφίρ οντάς.

· Είναι το κύριο πάτωμα που περιέχει τους χώρους υποδοχής.

· Τα ταβάνια ήταν ξύλινα, με κατασκευαστικές και τυπολογικές ομοιότητες, σύμφωνα με μαρτυρίες, με αυτά της οικίας Σβάρτς στα Αμπελάκια. Στο μέσον του ταβανιού υπήρχε κουμπές, με πολύχρωμο, ζωγραφιστό δακτύλιο.

· Τα πατώματα ήταν ξύλινα (δρύινα) σε χρώματα μπεζ-καφέ και σοβατεπί. Γύρω-γύρω το πάτωμα διακοσμούταν με καστανή ταινία, πλάτους περί τα 20εκ., που έφερε κόσμημα φυτικού πλοχμού. Ο ζωγραφιστός δακτύλιος της οροφής επαναλαμβανόταν και στο πάτωμα.

· Αριστερά της σκάλας, κατά μήκος του δυτικού τοίχου υπήρχαν δρύινες μουσάντρες. Αρχικά υπήρχαν γκαρνταρόμπες, στη συνέχεια προθήκες με γυαλικά και τέλος, υπήρχε ανοιχτό, ξύλινο, σκαλιστό μπαράκι, γεμάτο με ασημικά.

· Ο χειμερινός ΝΑ εξώστης, ήταν διακοσμημένος με βιτρώ και εξοπλισμένος με κανονικό σαλόνι και πολύγωνο τραπέζι.

· Στο θερινό ΒΔ εξώστη οδηγούσε απλή ξύλινη μπαλκονόπορτα. Εκεί υπήρχε και ξύλινη καταπακτή (γκλαβανί), που οδηγούσε στη στέγη. Ο εξώστης αυτός έφερε σαλόνι μπαμπού.

· Οι εσωτερικοί τοίχοι του β’ ορόφου ήταν κατάγραφοι (γραμμένος οντάς). Στον ανατολικό τοίχο, ανάμεσα στα ανοίγματα των παραθύρων, υπήρχε μεγάλη τοιχογραφία του βασιλικού ζεύγους, Όθων και Αμαλία. Στο βόρειο τοίχο υπήρχε μεγάλος πίνακας του Αχιλλέα. Τις γωνίες των τοίχων διέτρεχε φυτική ταινία.

· Από την οροφή κρεμόταν μεγάλος πολυέλαιος, λαδιού ή πετρελαίου.

· Στους τοίχους του β’ ορόφου, γύρω-γύρω, υπήρχαν ξύλινα μεντέρια (μπάσια).

· Στη μέση υπήρχε εκρού-μπεζ βελούδινο σαλόνι με πολλά καθίσματα, καθώς και τραπεζαρία.

· Τα παράθυρα καλύπτονταν με μονοκόμματες διπλές κουρτίνες, μεταξωτές και βελούδινες.

· Ο όροφος αυτός θερμαινόταν με μαγγάλια.

· Μετά από την καταστροφή του 1943 οι εσωτερικοί τοίχοι ασβεστώθηκαν.

Ας σημειωθεί ότι οι νυν λίθινες εξωτερικές σκάλες του κτηρίου όπως και οι δύο εξώστες του δεν ανήκουν στην αρχική φάση κατασκευής του, αλλά είναι προϊόντα μετασκευών μεταγενέστερων φάσεων.

Ο «ΠΥΡΓΟΣ ΚΑΡΑΜΙΧΟΥ», ΟΠΩΣ ΣΩΖΟΤΑΝ ΑΡΚΕΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΠΡΙΝ

3. Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΜΝΗΜΕΙΟΥ

Ιστορικά στοιχεία των ιδιοκτητών

· Η οικογένεια Καραμίχου ήταν τουλάχιστον τριών γενεών Φαρσαλινοί πριν ο Σωτήρης Καραμίχος αγοράσει τον Πύργο από την οικογένεια Πανταζή, το 1931. Η καταγωγή της οικογένειας είναι βλάχικη και εντοπίζεται στο Στεφάνι Ασπροποτάμου, ενώ τα μέλη της ασχολούνταν με την κτηνοτροφία. Εκεί η οικογένεια είχε μεγάλο αρχοντικό και μετά από την εγκατάστασή της στα Φάρσαλα, χρησιμοποιούταν ως παραθεριστική κατοικία.

· Ο Σωτήρης Καραμίχος ήταν ο νεότερος γιος του Δημητρίου Καραμίχου, που διέθετε συνολικά πέντε γιους και μία κόρη. Οι δύο μικρότεροι γιοι της οικογένειας, ο Κωνσταντίνος και ο Σωτήριος ήταν αυτοκινητιστές και διέθεταν οκτώ λεωφορεία. Ο δε Σωτήριος υπήρξε ο πρώτος που έφερε ταξί στη Θεσσαλία.

· Ο Σωτήρης Καραμίχος πέθανε από τύφο το 1942, σε ηλικία 36 ετών (φημολογείται ότι η επιδημία τύφου ξέσπασε στα Φάρσαλα εξαιτίας ενός πτώματος βρέφους που ρίχτηκε στη δεξαμενή ύδρευσης. Το βρέφος ήταν ο καρπός παράνομης σχέσης μιας Φαρσαλινής κοπέλας με έναν Ιταλό).

· Ο Σωτήρης Καραμίχος αγόρασε τον Πύργο το 1931 από την οικογένεια Πανταζή, που σύμφωνα με μαρτυρία του απογόνου της, Γεώργιο Βασιλείου Παπαδημητρίου, πρέπει να είχε στην κατοχή της τον Πύργο ήδη το 1881. Η αναζήτηση του ιδιοκτησιακού καθεστώτος του οικήματος, πριν από την περίοδο αυτή, στάθηκε ατελέσφορη.

· Πάντως, το γεγονός ότι το κτήριο βρισκόταν στην καρδιά της τουρκικής συνοικίας «Μοιροχώρι», μας οδηγεί στο συμπέρασμα, σχέδον χωρίς επιφυλάξεις, ότι ο αρχικός ιδιοκτήτης ήταν Τούρκος.

· Η οικογένεια Πανταζή ήταν γηγενής στα Φάρσαλα και μέλη της ασχολούνταν με ζωεμπόριο.

· Το 1943 η οικογένεια Σωτηρίου Καραμίχου εγκατέλειψε οριστικά τον Πύργο, που παρέμεινε κλειστός έως το 1945 οπότε τον ενοικίασε η οικογένεια Σίμου. Αυτή παρέμεινε εκεί έως το σεισμό του 1954. Έκτοτε ο Πύργος παρέμεινε κλειστός και τα τελευταία χρόνια παντελώς εγκαταλειμμένος.

 

Πολύτιμα στοιχεία για τον Πύργο και την τελευταία περίοδο της χρήσης του, μας παραδόθηκαν από την κ. Βασιλική Βελεγράκη, κόρη του Σωτηρίου Καραμίχου και τελευταία ιδιοκτήτρια του, τις εξαδέλφες της κ. Λούλα Πεάνα και Αλίκη Μπλιάτσου, κόρες του Βασιλείου Καραμίχου, που γνώριζαν καλά τον Πύργο, καθώς μεγάλωσαν στο ακριβώς διπλανό σπίτι, τον κ. Ν. Σίμο, που υπήρξε ένοικος του Πύργου κατά το χρονικό διάστημα 1945-1954 και τέλος, τον κ. Παπαδημητρίου, απόγονο της οικογένειας Πανταζή, που μας μετέφερε ό,τι γνώριζε από τις διηγήσεις της γιαγιάς του, Μαρία Παπαδημητρίου, το γένος Αδάμου Πανταζή.


Ζούκας Α., Αρχιτεκτονική Παράδοση στο νομό Λάρισας, 2008, http://www.ethessaly.gr

Κίζης Γιάννης, Η Αρχιτεκτονική του Πηλίου, Αθήνα 1996

Λεωνιδοπούλου-Στυλιανού Ρέα, Ελληνική Παραδοσιακή Αρχιτεκτονική, τόμος 6, Θεσσαλία-Ήπειρος, εκδ. Μέλισσα, 1992

Μπούρας Χαράλαμπος, Βυζαντινή και Μεταβυζαντινή αρχιτεκτονική στην Ελλάδα, εκδ. Μέλισσα, 2001

Παλιούρας Δημήτρης, Παραδοσιακή Αρχιτεκτονική του Πηλίου, 2008, http://www.ethessaly.gr

Σαΐτας Γιάννης, Η Μνημειακή και Αρχιτεκτονική κληρονομιά της Μάνης, Α’ Μανιάτικο Συνέδριο, Πειραιάς 2001

Σβορώνος Ν., Επισκόπηση της Νεοελληνικής Ιστορίας, Αθήνα 1976

Χρονόπουλος Μ.Π., Σπανός Χ.Ν., Χρονόπουλος Π. Μ., Δομητική Προ-μελέτη Πύργου Καραμίχου, Αθήνα, Απρίλιος 2009

http://www.messinia-guide.gr, Κάστρα & Πύργοι

http://www.mani.org.gr, Πύργοι και Πυργόσπιτα Μάνης

http://anolehonia.blogspot.com